Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

δῖα Θεανώ

См. также в других словарях:

  • πύκα — Α επίρρ. 1. συμπαγώς, στερεά («σάκεος πύκα ποιητοῑο», Ομ. Ιλ.) 2. συνετά, φρόνιμα, μυαλωμένα 3. με προσοχή, επιμελώς («πύκα δ ἔτρεφε δῑα Θεανώ», Ομ. Ιλ.) 4. φρ. «θάλαμος πύκ ἐβάλλετο» τον θάλαμο χτυπούσαν πάμπολλα και συχνά βέλη (Ομ. Ιλ.).… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»